gasfitter - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

gasfitter - translation to Αγγλικά

COMBUSTIBLE IN GAS FORM
Manufactured gas; Gasfitter; Gaseous fuel; Propellant gas; Cooking gas; Gaseous fuels
  • 19th-century style gas lights in New Orleans
  • Blue flame of fuel [[gas burner]]s

gasfitter      
n. gas fitter
fuel gas         
benzine

Βικιπαίδεια

Fuel gas

Fuel gas is any one of a number of fuels that under ordinary conditions are gaseous. Most fuel gases are composed of hydrocarbons (such as methane or propane), hydrogen, carbon monoxide, or mixtures thereof. Such gases are sources of energy that can be readily transmitted and distributed through pipes.

Fuel gas is contrasted with liquid fuels and from solid fuels, although some fuel gases are liquefied for storage or transport (for example, autogas). While their gaseous nature has advantages, avoiding the difficulty of transporting solid fuel and the dangers of spillage inherent in liquid fuels, it also has limitation. It is possible for a fuel gas to be undetected and cause a gas explosion. For this reason, odorizers are added to most fuel gases. The most common type of fuel gas in current use is natural gas.